Τρίτη 29 Ιουλίου 2008

Τη μεσογειακή διατροφή, την εγκαταλείπουν οι χώρες που την είχαν



Η μεσογειακή διατροφή την οποία η σύγχρονη διαιτολόγια χαρακτηρίζει ως τρόπο ζωής που χαρίζει μακροζωία και καλή υγεία και η οποία έχει οπαδούς σε ολόκληρο τον κόσμο, "εγκαταλείπεται σιγά σιγά" στις χώρες από τις οποίες προήλθε, προειδοποιεί ο Οργανισμός Τροφίμων και Γεωργίας, του ΟΗΕ, (FAO).

Ο Γιόζεφ Σμιτχούμπερ, οικονομολόγος του FAO, δήλωσε ότι τα τελευταία 45 χρόνια η διάσημη διατροφική φιλοσοφία που βασίζεται στην κατανάλωση άφθονων φρέσκων φρούτων και λαχανικών, δημητριακών αλλά και ελαιόλαδου, "αργοπεθαίνει" στην πατρίδα της. Οι έρευνες δείχνουν ότι καθώς οι λαοί της νότιας Ευρώπης, της Βόρειας Αφρικής και της Μέσης Ανατολής γίνονται πλουσιότεροι, οι διατροφικές τους συνήθειες χειροτερεύουν. Σύμφωνα με τον Σμιτχούμπερ, οι λαοί των ακτών της Μεσογείου ξοδεύουν τα περισσότερα χρήματα που κερδίζουν για να προσθέσουν περισσότερες θερμίδες από κρέατα και λίπη στη διατροφή τους, η οποία παραδοσιακά ήταν φτωχή σε ζωικές πρωτεΐνες.

"Αυτά που τρώνε σήμερα είναι πιο λιπαρά, πιο αλμυρά και πιο γλυκά", πρόσθεσε ο Σμιτχούμπερ. Οι έρευνες έδειξαν ότι στα 40 χρόνια που προηγήθηκαν ως το 2002, η ημερήσια κατανάλωση θερμίδων σε 15 ευρωπαϊκές χώρες αυξήθηκε από 2.960 σε 3.340, αύξηση 20%. Όμως, στην Ελλάδα, την Ιταλία, την Ισπανία, την Πορτογαλία, την Κύπρο και τη Μάλτα που υπήρξαν φτωχότερες από τις χώρες της βόρειας Ευρώπης, η αύξηση της ημερήσιας κατανάλωσης θερμίδων ήταν 30%. "Η αυξημένη πρόσληψη θερμίδων και η μικρότερη κατανάλωση θερμίδων μέσω της άσκησης, έχουν καταστήσει την Ελλάδα τη χώρα με το μεγαλύτερο μέσο όρο του δείκτη μάζας σώματος και με το υψηλότερο ποσοστό υπέρβαρων και παχύσαρκων", τόνισε ο Σμιτχούμπερ."Σήμερα, τα τρία τέταρτα των Ελλήνων είναι υπέρβαροι ή παχύσαρκοι", πρόσθεσε. Σύμφωνα με τις έρευνες, περισσότεροι από τους μισούς Ιταλούς, Ισπανούς και Πορτογάλους είναι επίσης υπέρβαροι. Όλες οι ευρωπαϊκές χώρες αγνοούν τις προειδοποιήσεις του FAO και τις συστάσεις του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας ότι τα λίπη δεν πρέπει να ξεπερνούν το 30% της συνολικής πρόσληψης ενέργειας μέσω της διατροφής, αλλά η Ισπανία, η Ελλάδα και η Ιταλία είναι πάνω από το όριο αυτό και είναι οι χώρες με τη μεγαλύτερη πρόσληψη λίπους. Η χώρα στην οποία έχει καταγραφεί η μεγαλύτερη πρόσληψη λίπους είναι η Ισπανία. Στη χώρα αυτή η κατανάλωση λίπους αποτελούσε μόλις το 25% της διατροφής πριν από 40 χρόνια, όμως σήμερα το ποσοστό αυτό έχει φθάσει το 40%.

Ο Σμιτχούμπερ αποδίδει την αλλαγή των διατροφικών συνηθειών όχι μόνο στην αύξηση των εισοδημάτων, αλλά και σε παράγοντες όπως η αύξηση του αριθμού των σουπερμάρκετ, η διανομή κατ΄ οίκον εδεσμάτων, αλλά και στο γεγονός ότι οι εργαζόμενες γυναίκες αφιερώνουν πλέον λιγότερο χρόνο στη μαγειρική, με αποτέλεσμα οι οικογένειες να τρώνε όλο και περισσότερο εκτός σπιτιού, συχνά σε εστιατόρια γρήγορου φαγητού.

Την ίδια στιγμή, οι άνθρωποι χρειάζονται λιγότερες θερμίδες καθώς ασκούνται λιγότερο και ζουν καθιστική ζωή.

Σύμφωνα με τον Σμιτχούμπερ, οι λαοί της Μεσογείου εξακολουθούν πάντως να καταναλώνουν περισσότερα φρούτα, λαχανικά και ελαιόλαδο.

Γενικότερα, ωστόσο, δεν ακολουθούν τη διατροφή των προγόνων τους, την οποία ορισμένες μεσογειακές χώρες θέλουν να συμπεριληφθεί στην πολιτιστική κληρονομιά της UNESCO.



http://news.ert.gr/c/7/409552.asp