Ο βουλευτής Μεσσηνίας του ΠΑΣΟΚ, κ. Δημήτρης Κουσελάς, κατέθεσε Ερώτηση στη Βουλή, προς τους υπουργούς Ανάπτυξης και Αγροτικής Ανάπτυξης, με την οποία επανέρχεται στο θέμα της ύπαρξης συντονισμένων πρακτικών από μεγάλες εταιρείες στην αγορά του ελαιόλαδου και της αναγκαίας λήψης μέτρων για την αντιμετώπιση των πρακτικών αυτών, προς όφελος των παραγωγών και των καταναλωτών.
Το πλήρες κείμενο της Ερώτησης έχει ως εξής:
«Με την 14381/25-9-2006 Ερώτησή μου, σε μια συγκυρία, όπου κυριαρχούσε το πρόβλημα των καρτέλ στην αγορά γαλακτοκομικών, είχα επισημάνει την ύπαρξη και την κυριαρχία καρτέλ και στην αγορά του ελαιόλαδου, που έχει ως συνέπεια τη μεγάλη ψαλίδα τιμών παραγωγού-καταναλωτή, τα προβλήματα στον έλεγχο προέλευσης, τα προβλήματα νοθείας και απροσδιόριστων προσμείξεων, αλλά και τις υπερβολικές τιμές σε βάρος του τελικού καταναλωτή, από τις οποίες δεν επωφελείται ούτε στο ελάχιστο ο παραγωγός.
Είχα από τότε τονίσει ότι η αγορά αυτή, ενώ εκ πρώτης όψεως εμφανίζεται πολυδιασπασμένη και ανταγωνιστική, στην πραγματικότητα ελέγχεται, σ' ό,τι αφορά στο τυποποιημένο ελαιόλαδο, από λίγες εταιρείες πολυεθνικών συμφερόντων, οι πρακτικές των οποίων οδήγησαν τις τιμές λιανικής του επώνυμου τυποποιημένου ελαιόλαδου σε συνεχώς υψηλότερα επίπεδα, χωρίς οι ελαιοπαραγωγοί-προμηθευτές αυτών των εταιρειών να απολαμβάνουν ανάλογα αυξημένες τιμές (αντίθετα, σήμερα οι τιμές παραγωγού του ελαιόλαδου έχουν κατρακυλήσει σε εξαιρετικά χαμηλά επίπεδα), αλλά και χωρίς να διασφαλίζεται ο αναγκαίος έλεγχος στο κύκλωμα προμήθειας - κατεργασίας - τυποποίησης και εμπορίας του ελαιόλαδου στην εγχώρια αγορά. Η με αρ. πρωτ. Β13-458/18-10-2006 απάντηση που έλαβα από το Υπουργείο Ανάπτυξης και ειδικά το συνημμένο σε αυτήν έγγραφο της Επιτροπής Ανταγωνισμού, έκανε λόγο για ανάθεση μελέτης από την Επιτροπή στο Πανεπιστήμιο Κρήτης για τον τομέα του ελαιόλαδου, η οποία παραδόθηκε τον Μάιο του 2005 και έκτοτε "διερευνώνται οι συνθήκες ανταγωνισμού στον εν λόγω κλάδο".
Η πρόσφατη συνέντευξη (συνημμένο δημοσίευμα της 12-1-2009 ) του Προέδρου της ΓΕΣΑΣΕ, Γ. Γωνιωτάκη, επιβεβαιώνει όχι μόνο τη συνέχιση, αλλά και την όξυνση όλων αυτών των προβλημάτων και ιδιαίτερα της επικυριαρχίας των καρτέλ από 3-4- εταιρείες που ελέγχουν την αγορά και την τιμή του ελαιόλαδου, η οποία έχει φτάσει σε κατώτατα επίπεδα για τον παραγωγό, ενώ ο καταναλωτής εξακολουθεί να πληρώνει υψηλές τιμές, σε συνδυασμό με ελληνοποιήσεις εισαγόμενων, που πλήττουν και δυσφημίζουν το ελληνικό ελαιόλαδο.
Επειδή έχουν παρέλθει πάνω από 3 χρόνια από την παράδοση της μελέτης του Παν/μίου Κρήτης στην Επιτροπή Ανταγωνισμού και από την έναρξη των ερευνών από αυτήν για τις συνθήκες που επικρατούν στην εγχώρια αγορά του ελαιόλαδου,
Επειδή μέχρι σήμερα δεν έχει υπάρξει καμία εξέλιξη ως προς τον έλεγχο και την αντιμετώπιση των αθέμιτων πρακτικών στον τομέα αυτό.
Επειδή είναι εύλογη η αγανάκτηση των ελαιοπαραγωγών, που βλέπουν το εισόδημά τους συνεχώς να μειώνεται, ιδίως μετά τη φετινή κατρακύλα των τιμών στα όρια των 2 ευρώ το κιλό, αλλά και με τις ελληνοποιήσεις και την αλόγιστη χρήση μιγμάτων και σπορελαίων.
Ερωτώνται οι κ.κ. Υπουργοί:
Υπάρχουν συμπεράσματα της Επιτροπής Ανταγωνισμού για τη λειτουργία της αγοράς ελαιόλαδου; Αν ναι, ποια είναι τα συμπεράσματα αυτά ως προς την ύπαρξη ή όχι αθέμιτων συνεννοήσεων και πρακτικών σε βάρος παραγωγών και καταναλωτών και τις συνέπειές τους; Αν όχι, για ποιο λόγο καθυστερούν τα συμπεράσματα αυτά;
Είναι ή δεν είναι στις προτεραιότητες της Κυβέρνησης η εγκαθίδρυση συνθηκών υγιούς ανταγωνισμού στην αγορά του ελαιόλαδου; Και αν είναι, γιατί μέχρι σήμερα δεν έχει υπάρξει κάποια εξέλιξη στο θέμα αυτό;
Τι μέτρα προτίθενται να λάβουν για να υπάρξει αποτελεσματικός έλεγχος της παραγωγής, της μεταποίησης, της τυποποίησης και της εμπορίας του ελαιόλαδου;
Τι γενικότερα μέτρα προτίθενται να λάβουν για τη διασφάλιση της ομαλής λειτουργίας της αγοράς, ιδιαίτερα των συμφερόντων των παραγωγών και των τελικών καταναλωτών ελαιόλαδου;».
Είχα από τότε τονίσει ότι η αγορά αυτή, ενώ εκ πρώτης όψεως εμφανίζεται πολυδιασπασμένη και ανταγωνιστική, στην πραγματικότητα ελέγχεται, σ' ό,τι αφορά στο τυποποιημένο ελαιόλαδο, από λίγες εταιρείες πολυεθνικών συμφερόντων, οι πρακτικές των οποίων οδήγησαν τις τιμές λιανικής του επώνυμου τυποποιημένου ελαιόλαδου σε συνεχώς υψηλότερα επίπεδα, χωρίς οι ελαιοπαραγωγοί-προμηθευτές αυτών των εταιρειών να απολαμβάνουν ανάλογα αυξημένες τιμές (αντίθετα, σήμερα οι τιμές παραγωγού του ελαιόλαδου έχουν κατρακυλήσει σε εξαιρετικά χαμηλά επίπεδα), αλλά και χωρίς να διασφαλίζεται ο αναγκαίος έλεγχος στο κύκλωμα προμήθειας - κατεργασίας - τυποποίησης και εμπορίας του ελαιόλαδου στην εγχώρια αγορά. Η με αρ. πρωτ. Β13-458/18-10-2006 απάντηση που έλαβα από το Υπουργείο Ανάπτυξης και ειδικά το συνημμένο σε αυτήν έγγραφο της Επιτροπής Ανταγωνισμού, έκανε λόγο για ανάθεση μελέτης από την Επιτροπή στο Πανεπιστήμιο Κρήτης για τον τομέα του ελαιόλαδου, η οποία παραδόθηκε τον Μάιο του 2005 και έκτοτε "διερευνώνται οι συνθήκες ανταγωνισμού στον εν λόγω κλάδο".
Η πρόσφατη συνέντευξη (συνημμένο δημοσίευμα της 12-1-2009 ) του Προέδρου της ΓΕΣΑΣΕ, Γ. Γωνιωτάκη, επιβεβαιώνει όχι μόνο τη συνέχιση, αλλά και την όξυνση όλων αυτών των προβλημάτων και ιδιαίτερα της επικυριαρχίας των καρτέλ από 3-4- εταιρείες που ελέγχουν την αγορά και την τιμή του ελαιόλαδου, η οποία έχει φτάσει σε κατώτατα επίπεδα για τον παραγωγό, ενώ ο καταναλωτής εξακολουθεί να πληρώνει υψηλές τιμές, σε συνδυασμό με ελληνοποιήσεις εισαγόμενων, που πλήττουν και δυσφημίζουν το ελληνικό ελαιόλαδο.
Επειδή έχουν παρέλθει πάνω από 3 χρόνια από την παράδοση της μελέτης του Παν/μίου Κρήτης στην Επιτροπή Ανταγωνισμού και από την έναρξη των ερευνών από αυτήν για τις συνθήκες που επικρατούν στην εγχώρια αγορά του ελαιόλαδου,
Επειδή μέχρι σήμερα δεν έχει υπάρξει καμία εξέλιξη ως προς τον έλεγχο και την αντιμετώπιση των αθέμιτων πρακτικών στον τομέα αυτό.
Επειδή είναι εύλογη η αγανάκτηση των ελαιοπαραγωγών, που βλέπουν το εισόδημά τους συνεχώς να μειώνεται, ιδίως μετά τη φετινή κατρακύλα των τιμών στα όρια των 2 ευρώ το κιλό, αλλά και με τις ελληνοποιήσεις και την αλόγιστη χρήση μιγμάτων και σπορελαίων.
Ερωτώνται οι κ.κ. Υπουργοί:
Υπάρχουν συμπεράσματα της Επιτροπής Ανταγωνισμού για τη λειτουργία της αγοράς ελαιόλαδου; Αν ναι, ποια είναι τα συμπεράσματα αυτά ως προς την ύπαρξη ή όχι αθέμιτων συνεννοήσεων και πρακτικών σε βάρος παραγωγών και καταναλωτών και τις συνέπειές τους; Αν όχι, για ποιο λόγο καθυστερούν τα συμπεράσματα αυτά;
Είναι ή δεν είναι στις προτεραιότητες της Κυβέρνησης η εγκαθίδρυση συνθηκών υγιούς ανταγωνισμού στην αγορά του ελαιόλαδου; Και αν είναι, γιατί μέχρι σήμερα δεν έχει υπάρξει κάποια εξέλιξη στο θέμα αυτό;
Τι μέτρα προτίθενται να λάβουν για να υπάρξει αποτελεσματικός έλεγχος της παραγωγής, της μεταποίησης, της τυποποίησης και της εμπορίας του ελαιόλαδου;
Τι γενικότερα μέτρα προτίθενται να λάβουν για τη διασφάλιση της ομαλής λειτουργίας της αγοράς, ιδιαίτερα των συμφερόντων των παραγωγών και των τελικών καταναλωτών ελαιόλαδου;».