Τρίτη 10 Μαρτίου 2009

Τη μέλλει γενέσθαι με το εργαστήριο Ελαιολάδου – Παρέμβαση Καραμπάτου προς τον Υπουργό Αγροτικής Ανάπτυξης...


Ο πρόεδρος του Επιμελητηρίου Μεσσηνίας κ. Γιώργος Καραμπάτος απέστειλε κείμενο προς τον υπουργό Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων κ. Σωτήρη Χατζηγάκη.

Στο κείμενο του ερωτά σχετικά με τη στελέχωση και λειτουργία του εργαστηρίου ελέγχου ποιότητας του Ελαιόλαδου.

Ο κ. Καραμπάτος στην επιστολή που συνέταξε αναφέρει:................



«Αξιότιμε κύριε Υπουργέ.

Αναφορικά με τη δημιουργία Εργαστηρίου Ελέγχου Ποιότητας Ελαιολάδου στην Καλαμάτα, ένα εξαιρετικά ευεργετικό και πολυαναμενόμενο έργο για τον τομέα του ελαιολάδου, με λύπη πληροφορούμαστε ότι, παρά το γεγονός ότι οι εργασίες έχουν ολοκληρωθεί κατά 95%, δεν επιδεικνύεται το απαραίτητο ενδιαφέρον από τις αρμόδιες υπηρεσίες για την στελέχωση του από επιστημονικό προσωπικό και άμεση λειτουργία του.

Όπως γνωρίζετε, το Εργαστήριο Ελέγχου Ποιότητας Ελαιολάδου της Καλαμάτας θα είναι ένα από τα τρία που εξήγγειλε ο Πρωθυπουργός και θα καλύπτει τις ανάγκες ολόκληρης της Πελοποννήσου. Θα είναι ένας φορέας ο οποίος δεν θα λειτουργεί ανταγωνιστικά ως προς το Γενικό Χημείο του Κράτους και τα κατά τόπους ιδιωτικά χημικά εργαστήρια, αλλά θα έχει ως σκοπό να συμβάλλει στην προάσπιση της ποιότητας του προϊόντος που είναι μονόδρομος για το υπ. αρ. 1 ζωτικής σημασίας εθνικό μας προϊόν.

Γι' αυτό άλλωστε η Ε.Ε. και η Ελληνική νομοθεσία δίδουν μεγάλη σημασία στο θέμα αυτό και έχουν θέσει σε ισχύ αυστηρούς κανονισμούς για την διασφάλιση της.

Ωστόσο, ένας ολοένα αυξανόμενος συνδυασμός αρνητικών παραγόντων και συγκυριών απειλεί με υποβάθμιση την ποιότητα του ελαιολάδου μας μειώνοντας την ανταγωνιστικότητά του στις διεθνείς αγορές.

Αν δεχθούμε ότι ποιότητα είναι το σύνολο των ιδιοτήτων και χαρακτηριστικών του προϊόντος που αφορούν την ικανότητα του να ικανοποιεί εκφρασμένες ή συναγόμενες ανάγκες του καταναλωτή, τότε η εκ των υστέρων ικανοποίηση και διασφάλιση της ποιότητας είναι συνώνυμη της εμπιστοσύνης του.

Πολλές φορές όμως η φύση και η τεχνολογική επεξεργασία μας επιφυλάσσει εκπλήξεις με συνέπεια ορισμένα χημικά στοιχεία να εκτρέπονται από τα επιτρεπόμενα όρια του κανονισμού.

Έτσι, ενώ το προϊόν από οργανοληπτική άποψη μπορεί να είναι κανονικό, από χημική άποψη μπορεί να είναι εκτός ορίων και να υποβαθμίζεται.

Διότι ο κανονισμός ορίζει ότι εάν έστω και ένα από τα συστατικά του στοιχεία είναι εκτός των καθορισμένων ορίων, υποβαθμίζεται αυτόματα στην κατώτερη κατηγορία.

Τέτοιο φαινόμενο παρατηρείται τα τελευταία χρόνια για παράδειγμα σε παρθένα ελαιόλαδα ορισμένων σημείων της Πελοποννήσου και άλλων περιοχών της Ελλάδας με περιεκτικότητα σε ερυθροδιόλη και ουβαόλη (ουσίες που υπάρχουν φυσιολογικά σε μικρή ποσότητα στο παρθένο ελαιόλαδο αλλά σε πολλαπλάσια στο πυρηνέλαιο).

Αυτό έχει ως συνέπεια να κινδυνεύουν να θεωρηθούν νοθευμένα.

Το πρόβλημα είναι ότι δεν γνωρίζουμε, αν αυτή η ανωμαλία οφείλεται στις υψηλές θερμοκρασίες των μαλακτήρων των ελαιοτριβείων, στην υπερβολική υγρασία του εδάφους ή στην υπερωρίμανση του καρπού.

Επίσης, δεν γνωρίζουμε που ακριβώς οφείλεται ότι τα ελαιόλαδα οξειδώνονται περισσότερο από ότι θα έπρεπε τους καλοκαιρινούς μήνες, με συνέπεια να αυξάνεται ο αριθμός υπεροξειδίων και η γνωστή σε όλους μας Κ που υποβαθμίζει την ποιότητά τους ούτε επίσης γνωρίζουμε γιατί πολλά ελαιόλαδα παρουσιάζουν πολλές μαργαρίνες.

Είναι ερωτήματα που δεν απαντώνται με μια απλή ανάλυση του προϊόντος αλλά με ενδελεχή έρευνα από ένα επιστημονικά στελεχωμένο εργαστήριο που είναι σε θέση να εξετάσει το πρόβλημα σε όλο το εύρος του.

Επίσης θα πρέπει να σημειωθεί ότι το επιστημονικό επίπεδο των ερευνητών θα παίζει καθοριστικό ρόλο στην διεθνή αναγνώριση του υπό σύσταση φορέα και την αποδοχή των αποτελεσμάτων της έρευνας.

Επιπλέον, μια συστηματική έρευνα του ελαιόλαδου της περιοχής μας το οποίο προέρχεται κυρίως από την ποικιλία κορωνέϊκη με μοναδικά οργανοληπτικά χαρακτηριστικά, θα φέρει σε φως και όλα τα πλεονεκτήματα του όσον αφορά την περιεκτικότητα του σε συστατικά ευεργετικά για την υγεία του ανθρώπου σε σύγκριση με ελαιόλαδα άλλων χωρών ή τη διαφορετικότητα του σε σχέση με ελαιόλαδα άλλων περιοχών της χώρας, προσδίδοντας του έτσι ταυτότητα και φήμη.

Κύριε Υπουργέ. Είναι προφανές ότι αφήνοντας την ποιότητα του ελληνικού ελαιολάδου στην τύχη της, ευνοούμε τους ξένους ανταγωνιστές και θέτουμε σε κίνδυνο πολλές τοπικές οικονομίες με πρώτη την οικονομία της Μεσσηνίας, η οποία παρουσιάζει χρονίζοντα σημάδια παρακμής και δέχεται συνεχώς νέα πλήγματα.

Απειλείται επίσης η βιωσιμότητα επιχειρήσεων του ελαιοκομικού τομέα, μεγάλος αριθμός επιχειρηματιών, παραγωγών κ.λπ. και επιβάλλεται ως εκ τούτου η άμεση επέμβαση της πολιτείας για την προάσπιση της ποιότητας του πράσινου χρυσού με κάθε μέσο.

Στο πλαίσιο αυτό, σας παρακαλούμε θερμά να παρέμβετε για να δραστηριοποιηθούν άμεσα οι αρμόδιες υπηρεσίες ώστε το Εργαστήριο Ελέγχου Ποιότητας Ελαιολάδου της Καλαμάτας να ολοκληρωθεί και να στελεχωθεί με το κατάλληλο ερευνητικό επιστημονικό προσωπικό προτού να είναι πολύ αργά».